Η Μολδαβία μετά τη Μολδαβία



Η Μολδαβία μετά τη Μολδαβία


Aγαπητε Γιάννη,

Εδώ είναι μερικές σημειώσεις σχετικά με το ταξίδι μου στη Μολδαβία …

Η Ροντίκα ,23 ετών φοιτήτρια ψυχολογίας, και ο Αρτούρο, 24 ετών φοιτητής οικονομικών, στο δωμάτιό τους στη φοιτητική εστία του Ζωγράφου, μου ετοιμάζουν μολδαβέζικο τσάι: « Μεταξύ 1945-1991 κανείς δεν πέρασε στην άλλη πλευρά του ποταμού Προυτ, το ποτάμι-σύνορο που χωρίζει τη Μολδαβία και τη Ρουμανία. Το κομμουνιστικό καθεστώς της πρώην Σοβιετικής ένωσης φρόντισε να «χτίσει» στο ποτάμι νοερό τείχος αποκλείοντας οποιαδήποτε επαφή ανάμεσα στις δύο χώρες για 46 χρόνια.

Η Ροντίκα συμπληρώνει: «Το Νοέμβριο του 1991, ήμουν 8 χρονών τότε, με πήρε ο πατέρας μου στη γέφυρα του Σκουλένι στον Προυτ. Εκεί, πάνω σε αυτή τη γέφυρα, χιλιάδες άνθρωποι γιορτάσαμε την επανασύνδεση των 2 χωρών καλύπτοντας το ποτάμι με λουλούδια. Πέρασαν δώδεκα χρόνια, «το τείχος έπεσε», τα λουλούδια σάπισαν αλλά η Μολδαβία συνεχίζει να είναι η πιο φτωχή και πιο απομονωμένη χώρα της Ευρώπης.»

Εννιά μήνες μετά βρίσκομαι στο 50θέσιο ελικοφόρο αεροπλάνο της air moldova, προσευχόμενος στον Παντοδύναμο για μια ασφαλή άφιξη στο Κισνάου, την πρωτεύουσα της χώρας που σήμερα συσχετίζουμε πιο εύκολα με μετανάστευση και δουλεμπόριο παρά με τουρισμό. Και όμως εγώ ταξίδευα ως εδώ, το βορειότερο άκρο της Βαλκανικής Χερσονήσου, ακριβώς για τουρισμό.


Η μελαχρινή δίμετρη αεροσυνοδός μου προσφέρει πορτοκαλάδα κι εγώ αναρωτιέμαι ποιά είναι πραγματικά αυτή η χώρα που αποτελούσε κατά την διάρκεια όλου του 18ου αιώνα τόπος μετανάστευσης για τους Έλληνες εμπόρους και λογίους της εποχής. Γνωστό της πάση άλλωστε ότι σ’ αυτά τα μέρη σήμανε ο Υψηλάντης την καμπάνα της επανάστασης του 1821, πληρώνοντας τελικά τις προσδοκίες του για γενικευμένη διαβαλκανική έγερση με εκτενή διαμονή σε φυλακή της Αυστρίας. Και αυτός τρομοκράτης!

Το πρώτο απόγευμα το πέρασα κάνοντας βόλτες και απορώντας με το ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ύφος της πόλης, με τα μεγαθήρια – απομεινάρια του κομμουνιστικού παρελθόντος δίπλα σε χαμόσπιτα με σκεπές ελενίτ. Κάτοικοί τους είναι Ρουμάνοι, Ρώσοι, Ουκρανοί, Βούλγαροι, Γκαγκαούζοι και τσιγγάνοι, όλοι Μολδαβοί στα χαρτιά.

Από τη σύσταση του νέου κράτους το 1991, ως σήμερα η οικονομική κατάσταση χειροτέρεψε. Το άλλοτε στρατηγικό σταυροδρόμι της βορειοανατολικής Ευρώπης έχει χάσει τη γεωπολιτική του αξία. Ανεργία, απογοήτευση, μετανάστευση, φτώχια, παρανομία ακολουθούν. Κάθε είδους βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας έχει επίσης σταματήσει από τότε που ο οικονομικός «συνέταιρος» αποσύρθηκε. Ο ταξιτζής μου λέει ότι ένα από τα μεγαλύτερα εργοστάσια στα ανατολικά της χώρας, που κατασκεύαζε αντλίες για πυρηνικά υποβρύχια, έκλεισε λίγους μήνες μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Ο θυρωρός μαζί με μερικούς φύλακες είναι πια οι μόνοι κάτοικοι. Το εργατικό δυναμικό απολύθηκε ή όπως λένε οι ίδιοι « πήρανε απεριόριστη άδεια άνευ αποδοχών».

«Δεν ξέρω πως μ’ έφερε η ζωή από την Κύπρο στην Μολδαβία», αναπολούσε ο Νίκος, ενώ προσπαθούσε να φτιάξει το κάθισμά του στο ξεχαρβαλωμένο λεωφορείο με κατεύθυνση το Κόμρατ. Δίπλα του τσακώνονται γυναίκες, η μία μιλώντας Ρώσικα, η άλλη Ρουμανικά, και οι δυο επίσημες γλώσσες της χώρας. «Σπούδασα φυσικός, ταξίδεψα για δέκα χρόνια, και τελικά, μετά από καιρό στην κεντρική Ασία, κατέληξα στην Γκαγκαουζία, περιοχή Τουρκόφωνων, αλλά παραδοσιακά, όπως σχεδόν όλη η Μολδαβία, Ορθόδοξη». Μετά από δυόμισι ώρες το λεωφορείο περνάει μια τεράστια ταμπέλα σηματοδοτώντας την είσοδό μας στην Αυτόνομη Δημοκρατία της Γκαγκαουζίας. «Κοίτα εκεί», λέει, δείχνοντας το βαμμένο μπάλωμα στο κέντρο της ταμπέλας, «η κυβέρνηση αποφάσισε να κρύψει τον γκρίζο λύκο της Γκαγκαουζίας, έμβλημα που σηματοδοτούσε την υποτιθέμενα κοινή Τούρκικη προέλευση των Γκαγκαούζων.»

Κατά το Νίκο, η ενασχόληση της Τουρκίας με τη Γκαγκαουζία βοήθησε να αποφευχθεί ο εμφύλιος πόλεμος στην περιοχή το 1994, όταν η Μολδαβική κυβέρνηση παραχώρησε την αυτονομία στη Γκαγκαουζία.

Φτάνοντας στο Κομράτ, πρωτεύουσα των Γκαγκαούζων, που δεν ξεπερνούν το 3,5% του συνολικού πληθυσμού της χώρας, κατευθυνθήκαμε στο πανεπιστήμιο στο κέντρο της πόλης. Το πανεπιστήμιο, χάρη στις ευεργεσίες Ελλήνων και στους μόχθους του Νίκου, εμπεριέχει ανθηρό τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών, όπου πάνω από τριάντα Γκαγκαούζοι μαθαίνουν Ελληνικά. Βεβαίως υπάρχει και το ανάλογο τμήμα Τουρκικών σπουδών. Έτσι, σε ένα σκοτεινό διάδρομο στο πανεπιστήμιο του Κομρατ η κυανόλευκη και μια αφίσα του Kemal στραβοκοιτιούνται, ενώ τα τμήματα Ελληνικών και Τούρκικων σπουδών αγωνίζονται για να προσηλυτίσουν Γκαγκαούζους φοιτητές.

Η Νατάλια, γαλανομάτα καθηγήτρια Αγγλικών στο πανεπιστήμιο, με ξενάγησε στους χωματένιους δρόμους του Κομράτ προς το πανεπιστημιακό θέατρο. «Γρουσουζιά», μου εξηγούσε όταν περνούσαμε τα πέτρινα πηγάδια μπροστά στις πύλες, πηγάδια με περιποιημένες σκεπές – μικρογραφίες των αλουμινένιων καλυμμάτων των χαμόσπιτών τους, «γρουσουζιά να χρησιμοποιήσει γυναίκα το πηγάδι πριν παντρευτεί, γιατί μολύνει – όπως λέει η παράδοση – το νερό. Ο άντρας πρώτα χτίζει το πηγάδι και έπειτα το νοικοκυριό». Τα μάτια της νέας αυτής καθηγήτριας προδίδουν την επιθυμία της να μεταναστεύσει, ακολουθώντας τα βήματα τόσων άλλων Μολδαβών.

Φτάνουμε στο θέατρο, για να παραβρεθούμε στον γιορτασμό των 330 χρόνων από την γέννηση του ποιητή Dimitri Kantemir. Το κτίριο υπήρξε dome culturie την χρυσή περίοδο του κομμουνισμού, χώρος και τρόπος για την εξαφάνιση κάθε τοπικού στοιχείου και την επιβολή ομοιογενοποιημένης σοβιετικής κουλτούρας

Σήμερα φοιτητές απαγγέλνανε την ποίηση του Dimitri Kantemir, στα Ρουμάνικα, στα Ρώσικα, και στα Γκαγκαούζικα, σε μία προσπάθεια αναβίωσης της εθνικής ιστορίας. Δύο καθηγητές μου εξήγησαν στα σκουριασμένα τους Γαλλικά πως ο Kantemir υπήρξε ηγεμόνας της Μολδαβίας για ένα μικρό χρονικό διάστημα το 1710. Έκανε όμως το λάθος να συμμαχήσει με την Ρωσία και αναγκάστηκε μετά την ήττα του Μεγάλου Πέτρου από τους Οθωμανούς να δραπετεύσει στη χώρα τους, όπου ασχολήθηκε με την συγγραφή ιστορίας και ποίησης.

Οι γλαφυρότερες αναγνώσεις τιμήθηκαν με ημερήσια εκδρομή στο Κισιναού.

Στην επιστροφή περνάμε γκρίζους λόφους και ατελείωτους αμπελώνες. Εδώ βουνά και πέτρα δεν υπάρχουν, η γη είναι εύφορη και τα χωριά πλίνθινα. Οι δρόμοι μισοί χωμάτινοι, μισοί ασφαλτοστρωμένοι με έκαναν να νιώσω αληθινός ευρωπαίος.

Στις εκατέρωθεν πλευρές των δρόμων, φυτεύθηκαν κατά τη διάρκεια του κομμουνισμού, καρυδιές προς χάριν διακόσμησης, αλλά σήμερα αποτελούν κύριο προϊόν εξαγωγής. Οι διαμάχες για τον έλεγχο του καρπού πολλές κι αιματηρές.

Έχοντας ήδη περάσει κάποιες μέρες στην πρωτεύουσα μπορούσα πια να πω ότι τη ψυχή του Κισνάου δεν τη βρίσκεις στην παρηκμασμένη Όπερα, στα επιβλητικά κτίρια, στην ευρωπαϊκού τύπου ζωή των λίγων. Την ψυχή του τη βρίσκεις στο εναλλακτικό θέατρο Ionesco, στα γεμάτα από κόσμο πάρκα, στους δρόμους και στις υπαίθριες αγορές.

Στην αχανή λαϊκή αγορά στο κέντρο της πρωτεύουσας, μεσήλικες και ηλικιωμένες γυναίκες από όλα τα χωριά, εμπορεύονται τα προϊόντα τους και τους σπόρους της επόμενης σοδειάς. Φωνές, παζάρια, χρώματα, λαχανικά, φρούτα, μπισκότα…, όλα μαζί φτιάχνουν το πράσινο χρηματιστήριο του Κισνάου ελλείψει αυθεντικού. Εκεί έμαθα ότι η Μέρα της Γυναίκας είναι για τους Μολδαβούς αληθινή γιορτή. Οι προετοιμασίες ξεκινούν λίγες μέρες πριν, όχι μόνο στις πόλεις αλλά και στα χωριά. Είναι ευκαιρία για τις γυναίκες να περιποιηθούν τον εαυτό τους πηγαίνοντας σε κέντρα αισθητικής που είναι σκορπισμένα παντού, και για τους άντρες να μεταμορφώσουν τη μέρα σε γιορτή αντάξια της περίστασης με συναυλίες, συγκεντρώσεις, στολισμούς, τραπέζια και άφθονο μολδαβικό κρασί.

Ο πατήρ Βασίλης , ο παπάς της ενορίας του Κογκάζ, ενός χωριού στο Νότο, που τον συνάντησα λίγες μέρες μετά με τον Νίκο, είναι και αυτός γεωργός. Πριν διαλέξει τον δρόμο της εκκλησίας υπήρξε στέλεχος του κόμματος, φυσική πορεία θα έλεγε κανείς. Μόλις πάτησα στο σπίτι του με οδήγησε στην κάβα για να με φιλέψει την προσωπική του παραγωγή κρασιού. «Άτιμος όποιος δεν σου κεράσει κρασί από τ’ αμπέλι του, ή τεμπέλης θα είναι ή μπεκρής, που το ’χει καταπιεί όλο ο ίδιος». Ο δραστήριος αυτός ιερέας έχει μετατρέψει το KOLHOZ, την βασική σοβιετική μονάδα γεωργικής παραγωγής, σε συνεταιρισμό αγροτών. «Μόλις αποκτήσαμε το πρώτο μας τρακτέρ» καμαρώνει «αλλά δεν υπάρχουν λεφτά για λιπάσματα, και έτσι η γεωργία μας είναι εκατό της εκατό βιολογική».

Ανατολικά του Κισνάου, στην περιοχή Βουντούολα βρίσκεται το μοναδικό θέρετρο της χώρας. Χτισμένο, κοντά στις όχθες του ποταμού Reut, υπήρξε ίδρυμα κωφαλάλων την εποχή του κομμουνισμού, όπως τόσα άλλα παρεμφερή ιδρύματα. Χιλιάδες Μολδαβοί παραθερίζουν το καλοκαίρι στο Vadul lui Voda ( το σπίτι της σιωπής) αφού η χώρα δεν διαθέτει πλέον διέξοδο στη θάλασσα, από τότε που ο Στάλιν τους την στέρησε. Το καλοκαίρι ένα κομμάτι του μεταμορφώνεται σε ξενώνα για τους νέους που περνούν ήσυχες και άγριες μέρες κάνοντας πάρτυ χωρίς άγχος ότι ενοχλούν τους γείτονές τους.

Τώρα είναι ήσυχα στο Βουντουόλα, ο ξενώνας είναι άδειος, η αμμουδιά στην όχθη του ποταμού το ίδιο.

Γεμάτο από νέους ήταν το μπαράκι που συνάντησα τον Αρτούρο και τη Ροντίκα χθες. Έχουν έρθει για λίγες μέρες να δουν τους δικούς τους. «Μετά από δύο χρόνια στην Ελλάδα είμαστε λίγο ξένοι στη χώρα μας.» μου εκμυστηρεύεται ο Αρτούρο « Οι προοπτικές της επιστροφής μας εδώ είναι λίγο δύσκολες, αλλά ποιος ξέρει…»

Ετοιμάζομαι για την επιστροφή. Και ο Νίκος ετοιμάζεται να ταξιδέψει αλλά για την Κύπρο, με την χορωδία της εκκλησίας του παπά Βασίλη. Στο πρακτορείο όπου κλείναμε τα εισιτήρια, πωλούσαν και βίζες για την Ευρώπη, κόστους 1250 δολαρίων, εισιτήριο για ένα καλύτερο αύριο.


Αθήνα Οκτώβριο 2004